Παρασκευή 2 Ιουλίου 2021

Η επιστολή του Αυτοκράτορα Ιωάννη Βατάτζη προς τον τότε Πάπα...

Η επιστολή του Αυτοκράτορα Ιωάννη Βατάτζη προς τον τότε Πάπα...


Ένα κείμενο περηφάνιας και φιλοπατρίας...
Ο ορισμός της ΡΩΜΙΟΣΥΝΗΣ...
Μας το απέκρυψαν....


"Ἰ­ω­άν­νης ἐν Χρι­στῷ τῷ Θε­ῷ Βα­σι­λεὺς καὶ Αὐ­το­κρά­τωρ Ρω­μαί­ων ὁ Δού­κας, τῷ ἁγιωτά­τῳ Πά­πα τῆς πρε­σβυ­τέ­ρας Ρώ­μης Γρη­γο­ρί­ῳ. Ἂς ἔ­χω τὰς σω­τη­ρί­ους εὐ­χάς σου.

Αὐ­τοί, ποὺ ἔ­στει­λε ἡ ἁ­γι­ό­τη­τά σου καὶ μοῦ ἔ­φε­ραν αὐ­τὴ τὴν ἐ­πι­στο­λή σου, ἐπέμεναν ὅ­τι εἶ­ναι γράμμα τῆς ἁ­γι­ό­τη­τάς σου. Ὅ­μως ἐ­γώ, ὁ Βα­σι­λιάς, ἀ­φοῦ διάβασα ὅ­σα εἶ­ναι γραμ­μέ­να, ἀρ­νή­θη­κα νὰ πιστέ­ψω ὅ­τι εἶ­ναι δι­κό σου γράμ­μα, ἀλλὰ θεώ­ρη­σα ὅ­τι τὸ ᾿γραψε ἕ­νας ἄν­θρω­πος μὲ χα­μέ­να πέ­ρα γιὰ πέ­ρα τὰ μυα­λά του, ποὺ ὅ­μως ὁ ψυ­χι­κός του κό­σμος εἶ­ναι φου­σκω­μέ­νος ἀ­πὸ ἀ­λα­ζο­νεί­α καὶ αὐθάδεια δι­ό­τι πῶς θὰ μπο­ρού­σα­με νὰ σχη­μα­τί­σου­με δι­α­φο­ρε­τι­κὴ γνώ­μη γιὰ τὸν γράψαν­τα, τὴ στιγ­μὴ ποὺ ἀπευ­θύ­νε­ται στὴ βα­σι­λι­κή μου δύ­να­μη θε­ω­ρών­τας με σὰν ἕ­να ἀ­νώ­νυ­μο καὶ ἄ­δο­ξο καὶ ἀ­σή­μαν­το ἀνθρω­πά­κι; Δὲν σοῦ μί­λη­σε κα­νεὶς γιὰ τὸ μέ­γε­θος τῆς ἐ­ξου­σί­ας καὶ τῆς δυ­νά­με­ώς μας;

Δὲ χρει­α­ζό­μα­σταν ἰ­δι­αί­τε­ρη σο­φί­α γιὰ νὰ γνω­ρί­σου­με κα­λὰ ποι­ὸς εἶ­ναι ὁ δι­κός σου θρό­νος. Ἂν βρισκό­ταν πά­νω σὲ σύν­νε­φα ἢ ἂν κά­που ¨με­τέ­ω­ρος¨, ἴ­σως ἔ­πρε­πε νὰ ἔ­χου­με με­τε­ω­ρο­λο­γι­κὲς γνώσεις γιὰ νὰ τὸν βροῦ­με, ἀλλ᾿ ἐ­πει­δὴ στη­ρί­ζε­ται στὴ γῆ καὶ δὲ δι­α­φέ­ρει κα­θό­λου ἀ­πὸ τοὺς ὑ­πο­λοί­πους θρό­νους, ὅ­λος ὁ κό­σμος τὸν ξέ­ρει.

Μᾶς γρά­φεις ὅ­τι ἀ­πὸ τὸ δι­κό μας, τὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Γέ­νος, ἄν­θη­σε ἡ σο­φί­α καὶ τὰ ἀ­γα­θά της καὶ διαδόθηκε στοὺς ἄλ­λους λα­ούς. Αὐ­τὸ σω­στὰ γρά­φεις. Πῶς ὅ­μως ἀ­γνό­η­σες ἢ καὶ ἂν ὑ­πο­τε­θεῖ ὅ­τι δὲν τὸ ἀγνό­η­σες, πῶς ξέ­χα­σες νὰ γρά­ψεις ὅ­τι, μα­ζὶ μὲ τὴ σοφί­α, τὸ Γέ­νος μας κλη­ρο­νό­μη­σε ἀ­πὸ τὸν Μέ­γα Κων­σταν­τῖ­νο καὶ τὴ βα­σι­λεί­α; Ποιὸς ἀ­γνο­εῖ ὅ­τι τὰ κλη­ρο­νο­μι­κὰ δι­και­ώ­μα­τα τῆς δι­α­δο­χῆς πέρασαν ἀ­πὸ ἐ­κεῖ­νον στὸ δι­κό μας Γέ­νος καὶ ὅ­τι ἐ­μεῖς εἴ­μα­στε οἱ νό­μι­μοι κλη­ρο­νό­μοι καὶ δι­ά­δο­χοι;

Ἔ­πει­τα, σὺ ἀ­παι­τεῖς νὰ μὴν ἀ­γνο­ή­σου­με τὸ θρό­νο σου καὶ τὰ προ­νό­μιά του. Ἀλ­λὰ καὶ ἐ­μεῖς ἔ­χου­με νὰ ἀν­τα­παι­τή­σου­με νὰ δεῖς κα­θα­ρὰ καὶ νὰ μά­θεις τὰ δι­και­ώ­μα­τα ποὺ ἔ­χου­με ἐ­μεῖς ἐ­πὶ τῆς ἐ­ξου­σί­ας καὶ τοῦ κρά­τους τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης, τὸ ὁποῖ­ο, ἀ­πὸ τὸν Μέ­γα Κων­σταν­τῖ­νο, δι­α­τη­ρή­θη­κε γιὰ μί­α χιλι­ε­τί­α καὶ ἔ­φτα­σε σέ μᾶς. Οἱ γε­νάρ­χες της βα­σι­λεῖς μου εἶ­ναι ἀ­πὸ τὸ γέ­νος τῶν Δου­κῶν καὶ τῶν Κομνη­νῶν, γιὰ νὰ μὴν ἀ­να­φέ­ρω ἐ­δῶ καὶ ὅ­λους τούς ἄλ­λους Βα­σι­λεῖς ποὺ εἶ­χαν Ἑλ­λη­νι­κὴ καταγω­γὴ καὶ γιὰ πολ­λὲς ἑ­κα­τον­τά­δες χρό­νια κα­τεῖ­χαν τὴν βα­σι­λι­κὴ ἐ­ξου­σί­α τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης. Αὐ­τοὺς ὅ­λους, καὶ ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ρώ­μης καὶ οἱ ἱ­ε­ράρ­χες της, τοὺς προ­σκυ­νοῦ­σαν ὡς Αὐ­το­κρά­το­ρες τῶν Ρω­μαί­ων. Πῶς λοι­πὸν ἐ­μεῖς φαι­νό­μα­στε στὰ μά­τια σου ὅ­τι δὲν ἐ­ξου­σι­ά­ζου­με καὶ δὲ βα­σι­λεύ­ου­με σὲ κα­νέ­να τό­πο, πα­ρὰ χειρο­τό­νη­σες λὲς κι εἶ­ναι ἐ­πί­σκο­πός σου τὸν ἐκ Βρυ­έν­νης Ἰ­ω­άν­νη βα­σι­λιὰ στὴν Πόλη; Ποι­ὸ δί­και­ο ἐ­πρυ­τά­νευ­σε στὴ συγ­κε­κριμένη αὐ­τὴ πε­ρί­στα­ση; Πῶς κα­τά­φε­ρε ἡ τι­μί­α σου κε­φα­λὴ καὶ ἐ­παι­νεῖ τὸ ἄ­δι­κο τῆς πλε­ο­νε­ξί­ας καὶ βά­ζει στὴ μοί­ρα τοῦ δικαί­ου τὴ λη­στρι­κὴ καὶ αἱ­μο­χα­ρή κα­τά­κτη­ση τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης ἀ­πὸ τοὺς Λα­τί­νους;

Ἐ­μεῖς ἐ­ξα­ναγ­κα­στή­κα­με ἀ­πὸ τὴν πο­λε­μι­κὴ βί­α καὶ φύ­γα­με ἀ­πὸ τὸν τό­πο μας ὅ­μως δὲν πα­ραι­τού­μα­στε ἀ­πὸ τὰ δι­και­ώ­μα­τά μας τῆς ἐ­ξου­σί­ας καὶ τοῦ κρά­τους τῆς Κωνσταν­τι­νού­πο­λης. Καὶ νὰ ξέ­ρεις ὅ­τι αὐ­τὸς ποὺ βα­σι­λεύ­ει εἶ­ναι ἄρ­χον­τας καὶ κύ­ριος ἔθνους καὶ λα­οῦ καὶ πλή­θους δὲν εἶ­ναι ἄρ­χον­τας καὶ ἀ­φεν­τι­κὸ σὲ πέ­τρες καὶ ξύ­λα, μὲ τὰ ὁ­ποῖ­α χτί­στη­καν τὰ τεί­χη καὶ οἱ πύρ­γοι.

Τὸ γράμ­μα σου πε­ρι­εῖ­χε καὶ τοῦ­το τὸ πα­ρά­ξε­νο ὅ­τι ἡ τι­μι­ό­τη­τά σου ἔ­στει­λε κή­ρυ­κες ποὺ δι­ήγ­γει­λαν τὸ κή­ρυγ­μα τοῦ Σταυ­ροῦ σὲ ὅ­λο τὸν κό­σμο, καὶ ὅ­τι πλή­θη πολεμιστῶν ἔ­σπευ­σαν γιὰ νὰ διεκδικήσουν τὴν Ἁ­γί­α Γῆ. Σὰν μά­θα­με αὐ­τὴ τὴν εἴδηση, χα­ρή­κα­με καὶ γε­μί­σα­με μὲ ἐλ­πί­δες. Ἐλ­πί­ζα­με δη­λα­δὴ ὅ­τι αὐ­τοὶ οἱ δι­εκ­δι­κη­ταὶ τῶν Ἁ­γί­ων Τό­πων θὰ ἄρ­χι­ζαν τὴ δί­και­η δου­λειά τους ἀ­πὸ τὴ δι­κή μας πα­τρί­δα καὶ ὅ­τι θὰ τι­μω­ροῦ­σαν αὐ­τοὺς ποὺ τὴν αἰχ­μα­λώ­τι­σαν, για­τί βε­βή­λω­σαν τὶς ἁ­γί­ες Ἐκκλη­σί­ες, για­τί βε­βή­λω­σαν τὰ ἱ­ε­ρὰ σκεύ­η καὶ δι­έ­πρα­ξαν κά­θε εἶ­δος ἀ­νο­σι­ουρ­γί­ες κα­τὰ τῶν Χρι­στια­νῶν. Ἐ­πει­δὴ ὅ­μως τὸ γράμ­μα σου ὀ­νό­μα­ζε τὸν Ἰ­ω­άν­νη Βρυ­έν­νιο ποὺ ἀ­πε­βί­ω­σε ἐ­δῶ καὶ πο­λὺν και­ρὸ βα­σι­λιὰ τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης, καὶ φί­λο καὶ τέ­κνο τῆς τι­μι­ό­τη­τάς σου, καὶ ἐ­πει­δὴ οἱ νέ­οι σταυ­ρο­φό­ροι σου στέλ­νον­ται γιὰ νὰ βο­η­θή­σουν, γε­λού­σα­με ἀ­να­λο­γι­ζό­με­νοι τὴν εἰ­ρω­νεί­α καὶ τὰ παι­χνί­δια ποὺ παίζονται κα­τὰ τῶν Ἁ­γί­ων Τό­πων καὶ τοῦ Σταυ­ροῦ.

Ἐ­πει­δὴ ὅ­μως ἡ τι­μι­ό­τη­τά σου, μὲ τὸ γράμ­μα ποὺ ἔ­στει­λες, μᾶς πα­ρα­κι­νεῖ νὰ μὴν παρε­νο­χλοῦ­με τὸν φί­λο σου καὶ υἱ­ὸν Ἰ­ω­άν­νη Βρυ­έν­νιο, γνω­ρί­ζου­με καὶ ἐ­μεῖς στὴν τιμι­ό­τη­τά σου, ὅ­τι δὲν ξέ­ρου­με σὲ ποι­ὸ μέ­ρος τῆς γῆς ἢ τῆς θά­λασ­σας βρί­σκε­ται ἡ ἐ­πι­κρά­τεια αὐ­τοῦ τοῦ Ἰ­ω­άν­νη. Ἐ­ὰν ὅ­μως ἐν­νο­εῖς τὴν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη, καθιστοῦ­με γνω­στὸ καὶ στὴν ἁ­γι­ό­τη­τά σου καὶ σὲ ὅ­λους τούς Χρι­στια­νοὺς ὅ­τι πο­τὲ δὲ θὰ πά­ψου­με νὰ δί­νου­με μά­χες καὶ νὰ πο­λε­μοῦ­με αὐ­τοὺς ποὺ τὴν κα­τέ­κτη­σαν καὶ τὴν κατέ­χουν για­τί ἀ­λή­θεια, πῶς δὲ θὰ δι­α­πράτ­τα­με ἀ­δι­κί­α ἀ­πέ­ναν­τι στοὺς νόμους τῆς φύ­σης, καὶ στοὺς θε­σμοὺς τῆς Πα­τρί­δας μας, καὶ στοὺς τά­φους τῶν προγό­νων μας, καὶ στὰ θεί­α καὶ ἱ­ε­ρὰ τε­μέ­νη, ἂν δὲν πο­λε­μή­σου­με γι᾿ αὐ­τὰ μὲ ὅ­λη τὴ δύ­να­μή μας;


Ὡ­στό­σο, ἂν εἶ­ναι κα­νεὶς ποὺ ἀ­γα­να­κτεῖ γιὰ τού­τη τὴ θέ­ση μας, καὶ μᾶς δυ­σκο­λεύ­ει, καὶ ἐ­ξο­πλί­ζε­ται ἐ­ναν­τί­ον μας, ἔ­χου­με τὸν τρό­πο νὰ ἀ­μυν­θοῦ­με ἐ­ναν­τί­ον του: Πρῶτα-πρῶ­τα μὲ τὴ βο­ή­θεια τοῦ Θε­οῦ, καὶ με­τά, μὲ τὰ ἅρ­μα­τα καὶ τὸ ἱπ­πι­κὸ ποὺ ἔχου­με, καὶ μὲ πλῆ­θος ἀ­ξι­ό­μα­χων πο­λε­μι­στῶν, οἱ ὁ­ποῖ­οι πολλὲς φο­ρὲς πο­λέ­μη­σαν τοὺς σταυ­ρο­φό­ρους. Τό­τε καὶ σύ, ἀ­πὸ τὴ με­ριά σου, σὰν μι­μη­τής, ποὺ εἶσαι, τοῦ Χρι­στοῦ, καὶ σὰν δι­ά­δο­χος τοῦ κο­ρυ­φαί­ου τῶν Ἀ­πο­στό­λων Πέ­τρου, ἔ­χον­τας μάλιστα τὴ γνώ­ση γιὰ τὸ τί εἶ­ναι θεῖ­ο καὶ νό­μι­μο καὶ γιὰ τὸ τί ἐ­πι­βάλ­λε­ται ἀ­πὸ τοὺς ἀν­θρώ­πι­νους θε­σμούς, τό­τε λέ­ω, θὰ μᾶς ἐ­παι­νέ­σεις, ἀ­φοῦ δί­νου­με τὴ μά­χη γιὰ τὴν Πα­τρί­δα καὶ γιὰ τὴ σύμ­φυ­τη μὲ αὐ­τὴν ἐλευθερί­α.


Καὶ αὐ­τὰ βέ­βαι­α θὰ συμ­βοῦν κα­τὰ τὸ θέ­λη­μα τοῦ Θε­οῦ. Ἡ βα­σι­λεί­α μου θέ­λει πο­λὺ καὶ πο­θεῖ νὰ διασώ­σει τὸν σε­βα­σμὸ ποὺ ἁρ­μό­ζει πρὸς τὴν ἁ­γί­α Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ρώμης, καὶ νὰ τι­μᾶ τὸ θρό­νο τοῦ κορυ­φαί­ου Ἀ­πο­στό­λου Πέ­τρου καί, ἀ­πέ­ναν­τι τῆς ἁ­γι­ό­τη­τάς σου, νὰ ἔ­χει τὴ σχέ­ση καὶ τὴν τά­ξη τοῦ υἱ­οῦ, καὶ νὰ ἀ­πο­δί­δει σ᾿ αὐ­τὴ τὴν ἁρ­μό­ζου­σα τι­μὴ καὶ ἀ­φο­σί­ω­ση. Αὐ­τὸ θὰ γί­νει ὅ­μως, μό­νο ἐ­ὰν καὶ ἡ δι­κή σου ἁγιότη­τα δὲν πα­ρα­βλέ­ψει τὰ δι­και­ώ­μα­τα τῆς δι­κῆς μας βα­σι­λεί­ας, καὶ ἂν δὲν γράφει σὲ μᾶς γράμ­μα­τα μὲ τέ­τοι­α ἐ­πι­πο­λαι­ό­τη­τα καὶ ἀ­πα­ξί­ω­ση.
Ὡ­στό­σο νὰ ξέ­ρει ἡ ἁ­γι­ό­τη­τά σου, ὅ­τι ὑ­πο­δε­χτή­κα­με χω­ρὶς λύ­πη τὸ ἀ­γροῖ­κο ὕ­φος τοῦ γράμ­μα­τός σου, καὶ φερ­θή­κα­με μὲ ἠ­πι­ό­τη­τα στοὺς κο­μι­στές του, μό­νο καὶ μόνο γιὰ νὰ δι­α­τη­ρή­σου­με τὴν εἰ­ρή­νη μα­ζί σου."


Ση­μει­ώ­σεις
1. Ὁ Ἰ­ω­άν­νης Γ΄ Δού­κας Βα­τά­τζης γεν­νή­θη­κε στὸ Δι­δυ­μό­τει­χο τὸ 1193. Πε­ρὶ τῆς κα­τα­γω­γῆς του μᾶς ἀ­να­φέ­ρει ὁ Γε­ώρ­γιος Ἀ­κρο­πο­λί­της (1217–1281) στὸ ἔρ­γο του ¨Χρο­νι­κὴ Συγ­γρα­φὴ¨ τὸ ὁ­ποῖ­ο ἀπο­τε­λεῖ τὴν κύ­ρια ἱ­στο­ρι­κὴ πη­γὴ γιὰ τὴν Αὐτοκρατο­ρί­α τῆς Νί­και­ας.
2. Ὁ Γρη­γό­ριος Θ’ δι­α­τέ­λε­σε Πά­πας στὴ Ρώ­μη ἀ­πὸ 1227 ἕ­ως 1241.
3. Ἰ­ω­άν­νης Σακ­κε­λι­ῶ­νος (1815–1891), φι­λό­λο­γος καὶ ἀρ­χει­ο­δί­φης ὑ­πῆρ­ξε με­γά­λος με­λε­τη­τὴς καὶ ἐκ­δό­της πολ­λῶν βυ­ζαν­τι­νῶν κει­μέ­νων.
4. Ἀν­τώ­νιος Μη­λι­α­ρά­κης (1841–1905), τὸ πε­ρι­σπού­δα­στο ἔρ­γο του ¨Ἱ­στο­ρί­α τοῦ Βα­σι­λεί­ου τῆς Νικαί­ας καὶ τοῦ Δε­σπο­τά­του τῆς Ἠ­πεί­ρου¨ (1898), ἀ­πο­τε­λεῖ τὴν πιὸ με­τα­γε­νέ­στε­ρη ἐμπεριστατωμένη καὶ ἀ­ξι­ό­πι­στη ἑλ­λη­νι­κὴ πη­γὴ γιὰ τὴν Αὐτοκρατορία­ τῆς Νί­και­ας καὶ τὸ Δε­σπο­τᾶ­το τῆς Ἠ­πεί­ρου.
5. Ἡ ἐ­πι­στο­λή, πρω­τό­τυ­πη καὶ σὲ νε­ο­ελ­λη­νι­κὴ ἀ­πό­δο­ση, βρί­σκε­ται στὸ βι­βλί­ο ποὺ ἐ­ξέ­δω­σε ὁ ἐκ­δο­τι­κὸς οἶ­κος ¨Ὀρ­θό­δο­ξος Κυ­ψέ­λη¨ μὲ τί­τλο: ¨Ἰ­ω­άν­νης Γ΄ Δού­κας Βα­τά­τζης ὁ Ἅ­γιος Αὐ­το­κρά­το­ρας τοῦ Βυ­ζαν­τί­ου¨.


Βι­βλι­ο­γρα­φί­α
– Ἀ­κρο­πο­λί­της Γε­ώρ­γιος: Χρο­νι­κὴ Συγ­γρα­φή.
– Μη­λι­α­ρά­κης Ἀν­τώ­νιος: Ἱ­στο­ρί­α τοῦ Βα­σι­λεί­ου τῆς Νί­και­ας καὶ τοῦ Δε­σπο­τά­του τῆς Ἠ­πεί­ρου.
– Σαρ­σά­κης Α. Ἰ­ω­άν­νης: Ἰ­ω­άν­νης Γ΄ Δού­κας Βα­τά­τζης ὁ Ἅ­γιος Αὐ­το­κρά­το­ρας τοῦ Βυ­ζαντίου

 

Πηγή: http://stratisandriotis.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Ορισμένα αναρτώμενα από το διαδίκτυο κείμενα ή εικόνες (με σχετική σημείωση της πηγής), θεωρούμε ότι είναι δημόσια. Αν υπάρχουν δικαιώματα συγγραφέων, παρακαλούμε ενημερώστε μας για να τα αφαιρέσουμε. Επίσης σημειώνεται ότι οι απόψεις του ιστολόγιου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου. Για τα άρθρα που δημοσιεύονται εδώ, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο το ιστολόγιο.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.